Συμπληρώνονται φέτος 201 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση του 1821 κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που αποτέλεσε το ιστορικό-πολιτικό ορόσημο για τη σύσταση του νεωτερικού ελληνικού κράτους. Η Ελληνική Επάνασταση δεν συνιστά ένα «τυχαίο» ή «αποσπασματικό» γεγονός, καθώς θα πρέπει να ιδωθεί τόσο περιοδολογικά μέσα στο χρονικό πλαίσιο που ξέσπασε, όσο και στο ευρύτερο κοινωνικό-πολιτικό γίγνεσθαι της εποχής.
Η περίοδος στην οποία εντείνονται οι επαναστατικές διεργασίες (τέλη 18ου αι.) και εν τέλει εκδηλώνονται (αρχές 19ου αι.), αντανακλά μια σειρά από τεκτονικές αλλαγές σε διάφορα επίπεδα που κυοφορούν τη νεωτερική εποχή: σε κοινωνικό-οικονομικό επίπεδο η μετάβαση από τη φεουδαρχία (ή τον ανατολικό τρόπο παραγωγής στην Οθωμανική Αυτοκρατορία) στον καπιταλισμό, σε πολιτειακό επίπεδο η μετάβαση από τις μοναρχικές δεσποτείες στην αστική δημοκρατία και σε πολιτικό επίπεδο η μετάβαση από τις Αυτοκρατορίες στα έθνη-κράτη. Συνεπώς, η επανάσταση είναι απότοκο των ιστορικών διεργασιών που λάμβαναν χώρα στο έδαφος της Ευρώπης και αλλού.
Σε αυτό το συγκείμενο, το έθνος και η εθνική ταυτότητα πρωταρχικοποιούνται έναντι των προηγούμενων παραδοσιακών στοιχείων (θρησκευτικών, εθνοτικών, τοπικών, κτλ.) χωρίς να τα καταργεί απαραίτητα, αλλά ενσωματώνοντάς τα στη διαδικασία συγκρότησης της κοινωνικής βάσης του νεωτερικού εθνικού κράτους. Η υπό διαμόρφωση αστική τάξη αποτελεί τον κοινωνικό φορέα που αναλαμβάνει, ηγεμονικά, σε συμμαχία με κατώτερα λαϊκά στρώματα, τον επαναστατικό ρόλο. Έτσι, και η ελληνική επανάσταση είναι κρίκος, μέρος του νήματος των ιστορικών εξελίξεων που πραγματοποιήθηκαν το ίδιο χρονικό διάστημα όπως για παράδειγμα: Β. Αμερική (1775), Γαλλία (1789), Ιταλία, Ισπανία και Πορτογαλία (1820), Ρουμανία (1848) κ.ά. Όπως θα γράψει ο Λένιν, «ο καπιταλισμός γνωρίζει δυο ιστορικές τάσεις στο εθνικό ζήτημα. Η πρώτη είναι το ξύπνημα της εθνικής ζωής και των εθνικών κινημάτων, η πάλη ενάντια σε κάθε εθνικό ζυγό και η δημιουργία εθνικών κρατών».
Με βάση τα πιο πάνω, η ελληνική επανάσταση στο περιεχόμενο και τη μορφή της ενέχει τόσο τον εθνικοαπελευθερωτικό χαρακτήρα όσο και τον κοινωνικό. Τον πρώτο διότι το πολιτικό σχέδιο του αγώνα εκπληρώθηκε με την απαλλαγή από τα δεσμά της ξένης κατοχής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την ίδρυση του ελληνικού έθνους-κράτους. Το δεύτερο διότι του αγώνα ηγήθηκε η νεοπαγής αστική ελληνόφωνη χριστιανική τάξη (έμποροι, πλοιοκτήτες, αστοί διανοούμενοι) μαζί με τα λαϊκά-κατώτερα στρώματα (μικροαγρότες, ακτήμονες, βιοτέχνες, κλέφτες-αρματολοί, κτλ.), οδηγώντας στη διαδικασία μαρασμού των ασιατικών παραγωγικών σχέσεων και την επικράτηση των αστικών-καπιταλιστικών. Ο κατά βάση πολιτικός εκπρόσωπος που ανέλαβε το εγχείρημα είναι η «Φιλική Εταιρεία» που ξεκινά τη δράση της περί τα τέλη του 18ου αιώνα και στη συνέχεια ρίχνεται στον αγώνα η πλατιά μάζα του καταπιεσμένου πληθυσμού με ηγετικές προσωπικότητες στα πεδία των μαχών, και όχι μόνο, όπως ο Θ. Κολοκοτρώνης, ο Γ. Καραϊσκάκης, η Μπουμπουλίνα κ.ά.
Την ίδια στιγμή, είναι αναγκαιότητα να επισημανθεί πως δεν αρκούν απλουστευμένα σχήματα όπως «Έλληνες εναντίον Τούρκων» για να επεξηγήσουν και να αναλύσουν τα αίτια και την πορεία της επανάστασης. Κάτι τέτοιο είναι ιστορικά άτοπο και ατεκμηρίωτο, καθότι ο μηχανισμός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας δεν περιελάμβανε μόνο μουσουλμάνους (Τούρκους, Αλβανούς, κλπ.) ως θεσμικούς φορείς καταπίεσης-εκμετάλλευσης. Τουναντίον, ορθόδοξες κοινωνικές ομάδες, όπως οι Προεστοί-Κοτζαμπάσηδες, οι Φαναριώτες και ο ανώτερος εκκλησιαστικός κλήρος που βρίσκονταν στα υψηλά στρώματα της οθωμανικής ταξικής δομής, ασκούσαν επίσης σημαντικές εξουσίες (φοροεισπράκτορες, συσσώρευση πλούτου, σύστημα δικαιοσύνης κ.ά.) εις βάρος των κατώτερων στρωμάτων, εξού και η εναντίωση τους στις επαναστατικές διαδικασίες. Επίσης, από την άλλη, τμήματα του μουσουλμανικού πληθυσμού (Τούρκοι), καθώς και άλλες εθνοτικές ομάδες (Σλάβοι, Αρβανίτες) βρίσκονταν στην πλευρά των καταπιεσμένων-εκμεταλλευομένων.
Καθόλου τυχαία, ο Ρήγας Φεραίος, που θεωρείται ένας από τους προάγγελους της επανάστασης με τη συνεισφορά του συγγραφικά και πρακτικά, γράφει στο μνημειώδες έργο του ο «Θούριος»: «Βουλγάροι κι Αρβανήτες, Αρμένιοι και Ρωμιοί,, Αράπηδες και άσπροι, με μια κοινήν ορμή, Για την ελευθερίαν, να ζώσωμεν σπαθί, πως είμαστ’ αντριωμένοι, παντού να ξακουσθή. Να σφάξουμε τους λύκους, που στον ζυγόν βαστούν, και Χριστιανούς και Τούρκους, σκληρά τους τυραννούν»
Ερχόμενοι στο σήμερα, τα διδάγματα που αντλούμε από την ελληνική επανάσταση του 1821 μπορούν να μας φωτίσουν για το πως προσεγγίζουμε τους αγώνες για κοινωνική απελευθέρωση, πρόοδο και δικαιοσύνη. Διδασκόμαστε πως η ιστορία δεν κινείται «μηχανιστικά», ούτε εγκλωβίζεται στάσιμη στο «αιώνιο παρόν». Αντιθέτως, η ιστορία έχει ως κινητήριο μοχλό την ταξική πάλη, την κοινωνική δράση και τους λαούς που όταν αποφασίζουν να μπουν στο προσκήνιο ως πρωταγωνιστές, ακόμη «και σε συνθήκες που δεν επιλέγουν οι ίδιοι» κατά τον Μαρξ, μπορούν να πάρουν την ανθρωπότητα ένα βήμα μπροστά